ξεφάντωση

ξεφάντωση
η [ξεφαντώνω]
το ξεφάντωμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ξεφάντωση — η η διασκέδαση, το γλεντοκόπι, το ξεφάντωμα: Και ξεφάντωση γυρεύει με τραγούδια τρυφερά (Σολωμός) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλοξεφάντωση — η, Ν διασκέδαση με φίλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + ξεφάντωση (< ξεφαντώνω)] …   Dictionary of Greek

  • Σολωμός, Διονύσιος — Έλληνας ποιητής (Ζάκυνθος 1798 Κέρκυρα 1857). Σε ηλικία δέκα ετών, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, τον έστειλε ο κηδεμόνας του στην Ιταλία, όπου έμεινε δέκα χρόνια, κατά τα οποία φοίτησε σε σχολεία διαφόρων πόλεων (Βενετία, Κρεμόνα,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”